Η καλή και σωστή επικοινωνία στις σχέσεις είναι απαραίτητη προκειμένου η σχέση να ευδοκιμήσει και είναι ευτυχισμένη. Μια τέτοια σχέση είναι και αυτή του γονιού με το παιδί του. Οι βάσεις για μια καλή επικοινωνία μεταξύ των δυο είναι καλό να δημιουργηθεί από τα πρώτα χρόνια του παιδιού.

Η έγνοια πολλών γονιών είναι να μεταδώσουν τις γνώσεις τους, το μήνυμα τους στο παιδί τους με ασφάλεια και κατανόηση. Για να συμβεί αυτό χρειάζεται ο γονιός να επικοινωνήσει με τρόπο καθαρό, ειλικρινή και εύκολα κατανοητό από το παιδί του, ανάλογα με την ηλικιακή του ανάπτυξη. Αυτά που λέει (η λεκτική επικοινωνία) είναι απαραίτητο να συνδυάζονται και να συντονίζονται απόλυτα με αυτό που δείχνει (μη λεκτική επικοινωνία), μέσα από τις εκφράσεις του προσώπου του, τις κινήσεις του σώματός του, το βλέμμα του κτλ..

Χρειάζεται να δίνεται χώρος και χρόνος στο παιδί, ώστε να μπορέσει να αντιδράσει και να εκφράσει την άποψή του και το συναίσθημά του για τον τρόπο με τον οποίο ο γονιός του μίλησε, με σεβασμό και αποδοχή για αυτά που θα πει.

Η ενεργητική παρουσία του γονιού, η προσεκτική ακρόαση και η στάση αποδοχής και σεβασμού προς το παιδί είναι δεξιότητες που αν κατακτηθούν η επικοινωνία και η σχέση είναι οι βέλτιστες. Ο γονιός χρειάζεται να είναι διαθέσιμος, ψυχολογικά παρών και να δίνει στο παιδί την ευκαιρία να εκφράσει τις απόψεις του και τα συναισθήματά του. Ο ίδιος θα αποτελέσει το παράδειγμα προς μίμηση για το παιδί του, αν μιλάει με ειλικρίνεια για ότι νιώθει και δεν διστάζει να ονοματίζει τα συναισθήματά του και τον λόγο που τα προκάλεσαν.

Η καλή βλεμματική επαφή (το να “κατεβαίνει” ο γονιός στο ύψος του παιδιού), βοηθάει στην κατανόηση εν μέρει του συναισθήματος και στην λήψη όσο πιο πολλών πληροφοριών. Είναι πιο εύκολο να παρατηρήσουμε με αυτόν τον τρόπο την στάση και τις κινήσεις του παιδιού όταν μας μιλάει, και να τις αξιολογήσουμε ανάλογα. Είναι ένα παιδί που μιλάει άνετα και σταθερά? Κρατώντας ροή στον λόγο του? Ή είναι ένα παιδί που μιλά νευρικά, κάνει χειρονομίες, κοιτά στο πάτωμα? Ο τόνος της φωνής του αλλάζει ή μένει ο ίδιος? Μιλάει με τον ίδιο ρυθμό, γρήγορα ή αργά?  Τέλος, παραμένει σε ένα θέμα συζήτησης ή δεν το ολοκληρώνει και πάει σε άλλο και για ποιον λόγο? (πχ μπορεί να αισθάνεται αμηχανία, ντροπή)

Πάνω από όλα, προσπαθούμε να είμαστε αυθεντικοί, ειλικρινείς, έχοντας επίγνωση τόσο της δικής μας οπτικής όσο και της οπτικής του παιδιού, βάζοντας τον εαυτό μας στην θέση του και σκεπτόμενοι πως θα αντιδρούσαμε/λειτουργούσαμε εμείς ως παιδιά.

Προσφέρουμε στα παιδιά την υποστήριξη και την βοήθειά μας όποτε εκείνα την χρειαστούν και γινόμαστε οι ίδιοι παράδειγμα.

 

 

                                                                                                                                                                                              Παναγιώτα  Ανδριανού

                                                                                                                                                                              Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια

                                                                                                                                                                     Επιστημονική συνεργάτιδα του κέντρου

                                                                                                                                                                                    «Διαδρομή στη Γνώση»